unifier - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

unifier - translation to Αγγλικά

LOGIC REASONING RULE THAT IS CORRECTLY USABLE IS SOME LOGIC
Inadmissible inference rule; Admissible inference rule; Structural completeness; Structurally complete; Projective formula; Unifier; Projective approximation

unifier      
unify, unite; merge, standardize
unificateur      
uniting, unifying
réunifier      
reunify, rejoin

Ορισμός

unifier
The unifier of a set of expressions is a set of substitutions of terms for variables such that the expressions are all equal. See also most general unifier, unification. (1994-12-06)

Βικιπαίδεια

Admissible rule

In logic, a rule of inference is admissible in a formal system if the set of theorems of the system does not change when that rule is added to the existing rules of the system. In other words, every formula that can be derived using that rule is already derivable without that rule, so, in a sense, it is redundant. The concept of an admissible rule was introduced by Paul Lorenzen (1955).

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για unifier
1. Pourquoi vouloir unifier l‘apparence des enfants?
2. Nous veillons surtout ŕ unifier notre politique dans l‘aménagement intérieur.
3. Mais que le suffrage universel et la démocratie tendent ŕ unifier et réconcilier.
4. Seule lannonce de linvasion coloniale va les unifier contre lennemi commun.
5. Ne faudrait–il pas unifier en Suisse ce syst';me d‘aide aux familles?